La Tomatina.
-Ωραία έλα πες μας εσύ τώρα!
-Τι πράγμα;
-Έλα ρε πες μας, όλοι είπαμε!
-Α εγώ δεν έχω, δεν έχω κάτι να πω!
-Να πω εγώ για εσένα;
-Τι; Ξέρεις να πεις;
-Για τον Πάνο!
-…
-Πέρσα; Είσαι καλά;
-…
-Μάλλον δεν έπρεπε να αναφέρω το όνομα του… Συγνώμη ρε Πέρσα.
-Όχι δίκιο έχεις. Ποτέ δεν μίλησα γι' αυτόν. Καιρός του είναι!
-Ποιος είναι ο Πάνος;
-Ποιος ήταν εννοείς!
-Γιατί καλέ; Έχει πεθάνει;
-Καιρό τώρα…
-Ποιος ήταν;
-Πέρσα; Είσαι καλά;
-Ναι ναι μια χαρά είμαι μην ανησυχείς, Βάλε μου λίγο κρασί. Η Χρύσα ξέρει τι έχει συμβεί γιατί με έχει ζήσει πολύ περισσότερο από όλες σας και έτσι η ιστορία, της είναι γνωστή! Βασικά την είχε ζήσει μαζί μου την αρχή της και πόσο μάλλον και το τέλος της.
-Το '98 δεν ήταν;
-Νομίζω ναι. Είχα ακούσει για τον περίφημο τοματοπόλεμο στην Ισπανία που γινόταν και γίνεται κάθε χρόνο στα τέλη του Αυγούστου και έτσι είχα αποφασίσει να πάω με την Χρύσα χωρίς φυσικά να της το πω…
-Η κακούργα.
-Ναι δε σου άρεσε, και έτσι είχα βγάλει τα εισιτήρια τρεις μήνες πριν, κάτι που το μαθαίνει τώρα.
-Μια ζωή έτσι ήσουν μωρή, και αν ψοφάγαμε στους δύο μήνες τι θα γινόντουσαν τα εισιτήρια, μουρλέγκο;
-Ναι και εγώ σε αγαπάω. Είχα κλείσει ένα υπέροχο δωμάτιο σε ένα ξενοδοχείο στο Μπουνιόλ δύο μέρες πριν την επέτειο της Tomatina όπως τη λένε, φυσικά φτάσαμε βράδυ της πρώτης μέρας και την δεύτερη κάναμε βόλτες στην περιοχή να την δούμε, τέλος πάντων δεν είναι εκεί το θέμα, το θέμα είναι στην τρίτη μέρα που είχε το σουξέ. Μάρθα δεν έχεις ιδέα για τι κόσμο μιλάμε. Πρέπει να είχε πάνω από τριάντα χιλιάδες άτομα να περιμένουν το φορτηγό με τις τομάτες, και πόση τομάτα; Δεν έχεις και πάλι ιδέα. Την επόμενη το μάθαμε από την τηλεόραση, θυμάσαι;
-Καλά, ναι σίγουρα. Είχε ξεκινήσει πρωί και τελείωσε με τη δύση του ήλιου. Πέραν του ότι σου έρχονται τομάτες από όλες τις κατευθύνσεις να τις τρως και μέσα στα αυτιά, και από το πουθενά κώφωση, η άλλη την είχε φάει μέσα στο μάτι και την έτρεχαν στο γιατρό…
-Είχαν τραυματιστεί πολλοί;
-Όχι βρε, λίγοι, ελάχιστοι. Όταν αραίωσε δε ο κόσμος εγώ είχα πέσει σε μια νιρβάνα, που ξάπλωσα στη λίμνη της τομάτας και είχα κάτσει εκεί να κοιτάω τον ουρανό από την μία και από την άλλη να έχω τη μαλάκω να μου φωνάζει "πάμε να φάμε και πάμε να φάμε, πεινάω". Ε εκεί ήταν που έγινε το μπαμ. Ακριβώς δίπλα μου ήταν ξαπλωμένος ένας κούκλος, ένας παίδαρος, ένας θεός, ένας χτύπα με στα μωσαϊκά για πάρτη σου λεβέντη μου, βαμμένος στο ντοματί, μη γελάς, και του πήγαινε το ντοματί του άτιμου. Να καθόμουν με ένα ποτήρι κρασί και ένα κομμάτι ψωμί να κάνω παπάρες στο σμιλεμένο στήθος του με τις ώωωωωωρες!
-Σώπα μωρή, και;
-Έρχεται προς το μέρος μας με ένα ρυθμό, ένα τουπέ ο παλιάνθρωπος, και εγώ σε κάθε βήμα να ξεπλένω τη μπουγάδα μου. Και τι μας λέει;
-Ciao;
-Τι ciao μωρή; Ισπανία είχαμε πάει!
-Α! Τι είπε;
-"Πεινάτε";
-Σε τι γλώσσα;
-Ελληνικά χριστιανή μου! Ρώτησε "πεινάτε";
-Και;
-Πετάχτηκε το ατάιστο από εκεί και είπε…
-Πολύ!
-Από την κατοχή την είχα φέρει. Εγώ με μια φόρμα σκατέ ολε από την πάστα, ένα μαλλί βουτηγμένο στο πολτό… Να τον κοιτάω και η άλλη να με σκουντάει γιατί ο άνθρωπος είχε δώσει το χέρι του για χειραψία και εγώ να μετράω τους μετεωρίτες που πέρναγαν εμπρός μου.
-Αυτή τον ερωτεύτηκε παιδιά.
-Και που είσαι ακόμα.
-Για να μη τα πολυλογώ αυτός δούλευε Ισπανία και ερχόταν Θεσσαλονίκη στις άδειες του.
-Δε το πιστεύω, το καλό πήδηξε! Το έκανε μαζί του εκείνο το βράδυ κορίτσια και εγώ δε ξέρω πόσες φορές.
-Πλάκα κάνεις.
-Εδώ μωρή με έστειλε στο δίπλα δωμάτιο για να είναι μόνοι.
-Α τελικά την “έγλειψες” την τομάτα σου!
-Είσαι καλά; Μου έλαχε τέτοιο παιδί, και τι παιδί και θα το άφηνα έτσι;
-Αυτός ήταν που πέθανε;
-Ναι! Είχαμε σχέση εξ αποστάσεως για πάνω από δύο χρόνια με αποτέλεσμα να τον βλέπω το χρόνο ζήτημα είκοσι φορές. Κοιτάξτε δεν ζήταγα πολλά, αφού είχα βρει αυτό που ήθελα σε αυτόν δεν έψαχνα κάτι άλλο, ας ήταν και εξ αποστάσεως.
-Και; Και; Πως πέθανε;
-Κάτσε ρε, άφησε την να τελειώσει.
-Αυτοκίνητο τον πάτησε, το θέμα δεν είναι ότι πέθανε, που είναι ένα θέμα, αλλά η στιγμή που πέθανε! Είχα μείνει έγκυος και του το είπα μέσω τηλεφώνου…
-Έγκυος;
-Θα σου πω. Με που του το είπα, άρχισε να γελάει και μετά το γύρισε στο κλάμα…
-Α τον μπούλη.
-Μετά από δύο μέρες κατέβηκε Ελλάδα, μόνιμα, και κάποια στιγμή βρήκε δουλειά ως δάσκαλος σε ένα δημοτικό σχολείο.
-Α δάσκαλος ήταν. Και παίδαρος και δάσκαλος; Και εγώ τα έχω με τον Μένιο. Πάρ’ τα…
-Ναι μόνο που εσύ τα έχεις με το Μένιο και εγώ δεν τα έχω με κανέναν, σκάσε να πω τη γαμημένη ιστορία τώρα. Εκείνο το βράδυ που πέθανε λοιπόν ο Πάνος είχε πολύ κρύο, τόσο κρύο που ήταν από τις λίγες φορές που του είχα γκρινιάξει γιατί ήθελα να πάμε σπίτι, να ζεσταθώ. Αυτός φυσικά όπως πάντα με είχε πάρει αγκαζέ και μου έλεγε «σταμάτα να φωνάζεις και απόλαυσε τη βραδιά με τον άντρα σου», σημειωτέων ποτέ δεν είχε αναφερθεί στο άτομό του σαν τον άντρα μου, παρά μόνο εκείνο το βράδυ.
-Έλα!
-Έρχομαι. Από τα νεύρα μου όμως πήρα το χέρι μου και τράβηξα το δρόμο της επιστροφής μόνη μου, ενώ εκείνος είχε σταματήσει και μου φώναξε «Πέρσα, γύρνα πίσω» τη στιγμή που ένα alfa romeo καρφωνόταν πάνω του και στη συνέχεια θα τον πέταγε σε έναν τοίχο. Εκεί ήταν που έχασα και το παιδί μου. Από το σοκ είχα λιποθυμήσει πάνω στο κρύο πεζοδρόμιο για αρκετή ώρα μέχρι να μας βρουν στα όρια της υποθερμίας. Ένα χρόνο έκανα να μιλήσω ξανά. Και από όλους τους ανθρώπους μόνο η Χρύσα ήταν εκεί κάθε μέρα για εμένα.
-Δε το ήξερα αυτό ρε Πέρσα.
-Ούτε εγώ.
-Πρώτη φορά τα λέω, λογικό είναι! Βάλε μου κρασί τώρα να πάνε τα φαρμάκια κάτω.
-Ορίστε.
-Αυτά έχει η ζωή.
-Αυτό ήταν όλο;
-Ήθελες κι άλλο ε;
-Και τώρα;
-Και τώρα είμαστε στο τώρα και πίνω κρασί μαζί σας, εσύ έχεις τον Μένιο, εσύ τον Γιάννη, η Χρύσα προς το παρόν εμένα και ελπίζω όχι για πολύ, και εγώ έχω το «σταμάτα να φωνάζεις και απόλαυσε τη βραδιά με τον άντρα σου». Πάμε παρακάτω. Είδατε τι φόραγε η Γεωργίου χτες στο τραπέζι της Μερκούρη;…
-Τι πράγμα;
-Έλα ρε πες μας, όλοι είπαμε!
-Α εγώ δεν έχω, δεν έχω κάτι να πω!
-Να πω εγώ για εσένα;
-Τι; Ξέρεις να πεις;
-Για τον Πάνο!
-…
-Πέρσα; Είσαι καλά;
-…
-Μάλλον δεν έπρεπε να αναφέρω το όνομα του… Συγνώμη ρε Πέρσα.
-Όχι δίκιο έχεις. Ποτέ δεν μίλησα γι' αυτόν. Καιρός του είναι!
-Ποιος είναι ο Πάνος;
-Ποιος ήταν εννοείς!
-Γιατί καλέ; Έχει πεθάνει;
-Καιρό τώρα…
-Σοβαρά; Αχ Πέρσα συγνώμη πλάκα έκανα.
-Δεν πειράζει.
-Ποιος ήταν;
-Πέρσα; Είσαι καλά;
-Ναι ναι μια χαρά είμαι μην ανησυχείς, Βάλε μου λίγο κρασί. Η Χρύσα ξέρει τι έχει συμβεί γιατί με έχει ζήσει πολύ περισσότερο από όλες σας και έτσι η ιστορία, της είναι γνωστή! Βασικά την είχε ζήσει μαζί μου την αρχή της και πόσο μάλλον και το τέλος της.
-Το '98 δεν ήταν;
-Νομίζω ναι. Είχα ακούσει για τον περίφημο τοματοπόλεμο στην Ισπανία που γινόταν και γίνεται κάθε χρόνο στα τέλη του Αυγούστου και έτσι είχα αποφασίσει να πάω με την Χρύσα χωρίς φυσικά να της το πω…
-Η κακούργα.
-Ναι δε σου άρεσε, και έτσι είχα βγάλει τα εισιτήρια τρεις μήνες πριν, κάτι που το μαθαίνει τώρα.
-Μια ζωή έτσι ήσουν μωρή, και αν ψοφάγαμε στους δύο μήνες τι θα γινόντουσαν τα εισιτήρια, μουρλέγκο;
-Ναι και εγώ σε αγαπάω. Είχα κλείσει ένα υπέροχο δωμάτιο σε ένα ξενοδοχείο στο Μπουνιόλ δύο μέρες πριν την επέτειο της Tomatina όπως τη λένε, φυσικά φτάσαμε βράδυ της πρώτης μέρας και την δεύτερη κάναμε βόλτες στην περιοχή να την δούμε, τέλος πάντων δεν είναι εκεί το θέμα, το θέμα είναι στην τρίτη μέρα που είχε το σουξέ. Μάρθα δεν έχεις ιδέα για τι κόσμο μιλάμε. Πρέπει να είχε πάνω από τριάντα χιλιάδες άτομα να περιμένουν το φορτηγό με τις τομάτες, και πόση τομάτα; Δεν έχεις και πάλι ιδέα. Την επόμενη το μάθαμε από την τηλεόραση, θυμάσαι;
-Νούμερο; Όχι. Αλλά στάνταρ ήταν τόνοι τομάτας.
-Καλά, ναι σίγουρα. Είχε ξεκινήσει πρωί και τελείωσε με τη δύση του ήλιου. Πέραν του ότι σου έρχονται τομάτες από όλες τις κατευθύνσεις να τις τρως και μέσα στα αυτιά, και από το πουθενά κώφωση, η άλλη την είχε φάει μέσα στο μάτι και την έτρεχαν στο γιατρό…
-Είχαν τραυματιστεί πολλοί;
-Όχι βρε, λίγοι, ελάχιστοι. Όταν αραίωσε δε ο κόσμος εγώ είχα πέσει σε μια νιρβάνα, που ξάπλωσα στη λίμνη της τομάτας και είχα κάτσει εκεί να κοιτάω τον ουρανό από την μία και από την άλλη να έχω τη μαλάκω να μου φωνάζει "πάμε να φάμε και πάμε να φάμε, πεινάω". Ε εκεί ήταν που έγινε το μπαμ. Ακριβώς δίπλα μου ήταν ξαπλωμένος ένας κούκλος, ένας παίδαρος, ένας θεός, ένας χτύπα με στα μωσαϊκά για πάρτη σου λεβέντη μου, βαμμένος στο ντοματί, μη γελάς, και του πήγαινε το ντοματί του άτιμου. Να καθόμουν με ένα ποτήρι κρασί και ένα κομμάτι ψωμί να κάνω παπάρες στο σμιλεμένο στήθος του με τις ώωωωωωρες!
-Σώπα μωρή, και;
-Έρχεται προς το μέρος μας με ένα ρυθμό, ένα τουπέ ο παλιάνθρωπος, και εγώ σε κάθε βήμα να ξεπλένω τη μπουγάδα μου. Και τι μας λέει;
-Ciao;
-Τι ciao μωρή; Ισπανία είχαμε πάει!
-Α! Τι είπε;
-"Πεινάτε";
-Σε τι γλώσσα;
-Ελληνικά χριστιανή μου! Ρώτησε "πεινάτε";
-Και;
-Πετάχτηκε το ατάιστο από εκεί και είπε…
-Πολύ!
-Από την κατοχή την είχα φέρει. Εγώ με μια φόρμα σκατέ ολε από την πάστα, ένα μαλλί βουτηγμένο στο πολτό… Να τον κοιτάω και η άλλη να με σκουντάει γιατί ο άνθρωπος είχε δώσει το χέρι του για χειραψία και εγώ να μετράω τους μετεωρίτες που πέρναγαν εμπρός μου.
-Αυτή τον ερωτεύτηκε παιδιά.
-Και που είσαι ακόμα.
-Για να μη τα πολυλογώ αυτός δούλευε Ισπανία και ερχόταν Θεσσαλονίκη στις άδειες του.
-Δε το πιστεύω, το καλό πήδηξε! Το έκανε μαζί του εκείνο το βράδυ κορίτσια και εγώ δε ξέρω πόσες φορές.
-Πλάκα κάνεις.
-Εδώ μωρή με έστειλε στο δίπλα δωμάτιο για να είναι μόνοι.
-Α τελικά την “έγλειψες” την τομάτα σου!
-Είσαι καλά; Μου έλαχε τέτοιο παιδί, και τι παιδί και θα το άφηνα έτσι;
-Αυτός ήταν που πέθανε;
-Ναι! Είχαμε σχέση εξ αποστάσεως για πάνω από δύο χρόνια με αποτέλεσμα να τον βλέπω το χρόνο ζήτημα είκοσι φορές. Κοιτάξτε δεν ζήταγα πολλά, αφού είχα βρει αυτό που ήθελα σε αυτόν δεν έψαχνα κάτι άλλο, ας ήταν και εξ αποστάσεως.
-Και; Και; Πως πέθανε;
-Κάτσε ρε, άφησε την να τελειώσει.
-Αυτοκίνητο τον πάτησε, το θέμα δεν είναι ότι πέθανε, που είναι ένα θέμα, αλλά η στιγμή που πέθανε! Είχα μείνει έγκυος και του το είπα μέσω τηλεφώνου…
-Έγκυος;
-Θα σου πω. Με που του το είπα, άρχισε να γελάει και μετά το γύρισε στο κλάμα…
-Α τον μπούλη.
-Μάρθα!
-Μετά από δύο μέρες κατέβηκε Ελλάδα, μόνιμα, και κάποια στιγμή βρήκε δουλειά ως δάσκαλος σε ένα δημοτικό σχολείο.
-Α δάσκαλος ήταν. Και παίδαρος και δάσκαλος; Και εγώ τα έχω με τον Μένιο. Πάρ’ τα…
-Ναι μόνο που εσύ τα έχεις με το Μένιο και εγώ δεν τα έχω με κανέναν, σκάσε να πω τη γαμημένη ιστορία τώρα. Εκείνο το βράδυ που πέθανε λοιπόν ο Πάνος είχε πολύ κρύο, τόσο κρύο που ήταν από τις λίγες φορές που του είχα γκρινιάξει γιατί ήθελα να πάμε σπίτι, να ζεσταθώ. Αυτός φυσικά όπως πάντα με είχε πάρει αγκαζέ και μου έλεγε «σταμάτα να φωνάζεις και απόλαυσε τη βραδιά με τον άντρα σου», σημειωτέων ποτέ δεν είχε αναφερθεί στο άτομό του σαν τον άντρα μου, παρά μόνο εκείνο το βράδυ.
-Έλα!
-Έρχομαι. Από τα νεύρα μου όμως πήρα το χέρι μου και τράβηξα το δρόμο της επιστροφής μόνη μου, ενώ εκείνος είχε σταματήσει και μου φώναξε «Πέρσα, γύρνα πίσω» τη στιγμή που ένα alfa romeo καρφωνόταν πάνω του και στη συνέχεια θα τον πέταγε σε έναν τοίχο. Εκεί ήταν που έχασα και το παιδί μου. Από το σοκ είχα λιποθυμήσει πάνω στο κρύο πεζοδρόμιο για αρκετή ώρα μέχρι να μας βρουν στα όρια της υποθερμίας. Ένα χρόνο έκανα να μιλήσω ξανά. Και από όλους τους ανθρώπους μόνο η Χρύσα ήταν εκεί κάθε μέρα για εμένα.
-Δε το ήξερα αυτό ρε Πέρσα.
-Ούτε εγώ.
-Πρώτη φορά τα λέω, λογικό είναι! Βάλε μου κρασί τώρα να πάνε τα φαρμάκια κάτω.
-Ορίστε.
-Αυτά έχει η ζωή.
-Αυτό ήταν όλο;
-Ήθελες κι άλλο ε;
-Και τώρα;
-Και τώρα είμαστε στο τώρα και πίνω κρασί μαζί σας, εσύ έχεις τον Μένιο, εσύ τον Γιάννη, η Χρύσα προς το παρόν εμένα και ελπίζω όχι για πολύ, και εγώ έχω το «σταμάτα να φωνάζεις και απόλαυσε τη βραδιά με τον άντρα σου». Πάμε παρακάτω. Είδατε τι φόραγε η Γεωργίου χτες στο τραπέζι της Μερκούρη;…
Βασίλης Χαντζής
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου