Ο Φίλιππος (PLAY).



    -Είστε πολύ όμορφος κύριε Φίλιππε. Το σακάκι «κάθεται» εκπληκτικά πάνω σας. Να δείτε που στην εκκλησία, όλοι θα κοιτάνε εσάς κι όχι τη νύφη.

    -Έχεις δίκιο… Μου «κάθεται» πολύ όμορφα.

    -Είστε καλά κύριε Φίλιππε;

    -Ποτέ δεν πίστευα πως θα έρθει αυτή η μέρα Χρήστο. Τι πάω και κάνω; Για ποιον το κάνω όλο αυτό;

    -Κύριε Φίλιππε

    -Σταμάτα με αυτό το κύριε ρε Χρήστο. Τριάντα είμαι, όχι ογδόντα.

    -Όλα στη ζωή έχουν και μια συνέπεια Φίλιππε. Άλλοι επιλέγουν να την αγνοήσουν κι άλλοι την πολεμάνε.

    -Αυτό ήθελα εγώ;

    -Και τι μπορείς να κάνεις τώρα πια;

    -Άλλον ήθελα στο πλευρό μου στην εκκλησία Χρήστο.

    -Πρόσεχε τι λες.

    -Μια ζωή πρόσεχα τι έλεγα… Που κατέληξα;

    -Στις επιλογές σου.

    -Με την Κλέλια… 
 
    -Όποια κι αν είναι αυτή η επιλογή.
 
    -Γιατί δε με αγάπησαν οι δικοί μου γι' αυτό που είμαι; Που τους προκάλεσα κακό; Εγώ τον Χριστόφορο ήθελα κι αυτός πήγε και μου πέθανε. 

    -Φίλιππε

    -Αγαπάς έναν άνθρωπο για να τον βρεις νεκρό την επομένη. Ο Χριστόφορος πέθαινε δίπλα μου κι εγώ κοιμόμουν. Εγώ έκανα όνειρα κι αυτός υπέφερε. Μια ζωή κατάπινα Χρήστο για να μη μάθει κανείς τίποτα. Φώναζαν οι δικοί του Ρεζιλεύτηκαν λέει όταν ήρθε το φορείο να τον πάρει απ' το σπίτι. «Τι έκανε στο σπίτι μου νεκρός;» Κοιμόταν ρε! Ούτε στην κηδεία του δε με άφησαν να πάω Χρήστο. Μαράζι το έχω. Θα πεθάνω μια μέρα, και μέχρι τότε θα με τρώει το γεγονός που δεν του είπα «αντίο»… Θα φεύγαμε. Θα πηγαίναμε να μείνουμε μαζί μακρυά απ' όλους κι απ' όλα. Και να που έμεινα πίσω να φορτώνομαι την ντροπή των άλλων. Είναι ντροπή να αγαπάς Χρήστο; Εσύ ντρέπεσαι που αγαπάς τον Φώτη;

    -Φίλιππε σε παρακαλώ! Είσαι εδώ για να σου ράψω σακάκι. 

    -Νόμιζα πως μεταξύ μας τουλάχιστον θα υπήρχε κατανόηση.

    -Υπάρχει… Ξέρεις πως έχουν τα πράγματα όμως.

    -Ξέρω; Ξέρω; Παντρεύομαι σε έναν μήνα Χρήστο και μου λες ότι «ξέρω πως έχουν τα πράγματα»; Με αναγκάζουν να παντρευτώ μια κοπέλα για την οποία δε νιώθω το παραμικρό και μου λες ότι «ξέρω πως είναι τα πράγματα»; Να τους κάνω απογόνους επειδή «ξέρω πως έχουν τα πράγματα»; Τριάντα χρόνια να ζω όπως θέλαν οι άλλοι… Και σε ένα μήνα ο γάμος μου. Και θα με βλέπουν να περπατάω δίπλα στη νύφη κι από τη μία αυτή υπερήφανη να εκτελεί τη νεανική της υποχρέωσή κι από την άλλη εγώ να κοιτώ το πάτωμα επειδή τα θέλω μου δεν ταιριάζουν στα θέλω των υπολοίπων. Ούτε ο Νίκος. Ούτε ο Πάνος. Ούτε ο Γιάννης αλλά ούτε κι ο Φάνης πριν από εμένα σήκωσαν κεφάλι κι ας ξέραμε όλοι το κοινό μας μυστικό. Το σκέπασαν όμως οι γυναίκες τους… Το κάλυμμα του γάμου. Κανένας δεν αμφιβάλει αν παντρευτεί. Για να παντρεύεται είναι σίγουρος. Αγαπάει. Με αγαπάει λέει. Δεν την νοιάζει που είμαι αλλιώς λέει. Που είμαι διαφορετικός λέει. Φτάνει που είμαι καλό παιδί και που της φέρομαι καλά. Όχι σαν τον άλλον που τη σάπιζε στο ξύλο. Κι εγώ κάπου στη μέση. Όπως και σε όλη μου τη ζωή. Πουθενά εγώ. Πάντα για τους άλλους. Και τώρα η Κλέλια. Η μέλλουσα κυρία Κοκοβίκου στο πλευρό του κυρίου Αντωνάκι που ούτε καπέλο για να φύγει δεν έχει, να εκτελεί καθήκοντα ανήρ στο πλευρό της γυνή. Να πρέπει να της κάνω έρωτα σαν καλός σύντροφος κι εγώ να φαντάζομαι τον Χριστόφορο. Τα μάτια του. Το ύφος του. Το σώμα του. Το άρωμά του. Τον ήχο της φωνής του. Το άγγιγμά του. Ποτέ δε σου είπα πόσο σε ζηλεύω ρε συ Χρήστο.

    -Φύγε!

    -Τι;

    -Πάρε ό,τι χρήματα έχεις στην άκρη και σήκω φύγε από εδώ. Πήγαινε οπουδήποτε. Πήγαινε εκεί που θα πήγαινες με τον Χριστόφορο. Δεν ξέρω. Αλλά φύγε τώρα! Ζήσε τη ζωή σου. Έφτασες τριάντα και ακόμα δεν έχεις ζήσει. Τι περιμένεις; Φύγε Φίλιππε κι άσε πίσω σου αυτούς που δε σε αγαπάνε. Γιατί πιέζεις τον εαυτό σου να ζήσει όπως οι άλλοι θέλουν; Εγώ δε μπορώ να σε βοηθήσω και ξέρεις το γιατί. Μπορείς όμως να φύγεις πριν να είναι ήδη αργά

    -Είναι

    -Είναι;

    -Έγκυος

    -Η Κλέλια;

    -Τίποτα δε μου έμεινε πια… Ακόμα και η τελευταία ακτίδα φωτός καλύφτηκε απ' τη μιζέρια της αδυναμίας μου. Και την κάλυψα εγώ… Με τα ίδια μου τα χέρια

    -Φύγε! Η Κλέλια θα καταλάβει.

    -Δε μπορώ. Μια ζωή δε μπορούσα. Τώρα θα μπορέσω; Εκεί που βρέθηκε ένας άνθρωπος να με κάνει να πιστέψω στον εαυτό μου, ταβλιάστηκε ο μαλάκας. Δε μετράει η ζωή για εμένα Χρήστο. Εγώ μετράω γι' αυτήν και πάντα χαμένος βγαίνω… Να χρωστάω μονίμως σε όλους και διαρκώς.

    -Σοβαρά τώρα; Μετά από όλα αυτά, εσύ αυτό επιλέγεις;

    -Πότε επέλεξα για εμένα Χρήστο; Που η δική μου βούληση, που των άλλων;

    -Και τώρα;

    -Ποιος ξέρει; Μπορεί με τα χρόνια να αλλάξω και να την αγαπήσω Αυτή είναι η δουλειά του άντρα εξάλλου. Να αγαπάει και να φροντίζει τη γυναίκα του.

    -Αυτό ήθελε ο Χριστόφορος από τη ζωή σου;

    -Ο Χριστόφορος διάλεξε την εύκολη λύση και μαζί με αυτόν πήρε κι όλες τις υποσχέσεις που μου είχε δώσει κάποτε.

    -Φίλιππε

    -Ο Χριστόφορος λέω! Πέθανε. Πάει! Γλίτωσε από τον μάταιο τούτο κόσμο Χρήστο κι εγώ απέμεινα πίσω, να μετράω καιρό μέχρι τον θάνατό μου επειδή γεννήθηκα σε έναν κόσμο που μόνο η ύπαρξη μου ντροπή μπορεί να φέρει. Βγάλε μου τώρα το σακάκι. Έχω να πάω να δω και για το τραπέζι.

Βασίλης Χαντζής

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις