Περσείδες.

  


    Εκείνο το βράδυ του ‘93 όλοι περιμέναμε πως και πως την πολυπόθητη βροχή αστεριών. Οι ειδήσεις είχαν ξεκινήσει την αναγγελία εκείνου του μοναδικού φαινομένου τρεις μέρες πριν, κι όλοι καθόμασταν σα μικρά παιδιά γεμάτα ανυπομονησία στα μπαλκόνια, στις αυλές, έξω στους κήπους, ξαπλωμένοι σε μια αιώρα ή πάνω στην υγρή άμμο κάποιας απομονωμένης και σκοτεινής ιδανικά παραλίας.

    Ήταν η τελευταία μέρα από αυτό το θεαματικό γεγονός καθώς εκατοντάδες αστέρια θα διέσχιζαν τον μαύρο ουρανό και θα έσβηναν στο κενό παρασύροντας μαζί τους εκατομμύρια ευχές ανθρώπων που η τελευταία τους ελπίδα ξεκίναγε στις δέκα το βράδυ και θα κράταγε μόνο λίγα λεπτά.

    Πόσες ευκαιρίες για υγεία. Χαμένους έρωτες. Επανενώσεις χωρισμένων. Χρήματα. Αγάπη. Και πολλά άλλα θα έβρισκαν μια θέση στον ουρανό ταξιδεύοντας στην πλάτη μιας πέτρας που είχε τη δύναμη να δώσει έστω και για εκείνα τα λίγα λεπτά την χαμένη ελπίδα πίσω που κάποιοι είχαν κάποτε χάσει και που ποτέ δεν κατάφεραν να τη βρουν ξανά.

    Δέκα και δύο πρώτα λεπτά μια αμυδρή υποψία μιας λάμψης να χάνεται στο σκοτάδι, μου κίνησε το βλέμμα προς τον ουρανό. Καθόμουν σε μια καρέκλα από εκείνες τις πλαστικές που πούλαγε κάποτε ο καρεκλάς της γειτονιάς με ένα ανεμιστηράκια στο χέρι και το μακρύ φόρεμά μου σηκωμένο μέχρι τα γόνατα αφού η ζέστη εκείνης της μέρας είχε φτάσει στους σαράντα βαθμούς. Είχα ακουμπήσει τα μπράτσα μου στα σκουριασμένα κάγκελα της βεράντας μου και είχα τεντώσει τον λαιμό μου απ’ έξω έτσι ώστε να βλέπω τον ουρανό. Λίγα δευτερόλεπτα μετά, άλλη μια λάμψη και μετά άλλη μια. Σαν ελατήριο πετάχτηκα από το κάθισμα καθώς χαμένες ευχές πέταγαν στο κενό προς ένα καλύτερο μέρος χωρίς εμένα.

    Πιάστηκα από την κουπαστή κι άρχισα να στέλνω ευχές στο άγνωστο με την ελπίδα έστω και μία από αυτές να βγει αληθινή. Έστω και μια από αυτές να τον βρει!

    Ευχήθηκα για την αγάπη και πάλι στη ζωή μου.

    Ευχήθηκα για εκείνη τη μισοτελειωμένη αγάπη που αγάπησα τόσο πολύ.

    Ευχήθηκα να με αγαπάει ακόμα.

    Ευχήθηκα να γυρίσει πίσω και να είμαστε και πάλι μαζί.

    Ευχήθηκα εκείνη η μέρα να ήταν απλά ένα όνειρο.

    Ευχήθηκα να χτυπήσει η πόρτα και να είναι από πίσω αυτός.

    Ευχήθηκα να ήμουν πάλι νέα και να πηγαίναμε παντού μαζί όπως κάναμε τότε.

    Ευχήθηκα να σταματήσω να κλαίω και να μη μου λείπει τόσο πολύ.

    Ευχήθηκα η αγάπη του να έρθει να με βρει. Να μου χαϊδέψει τα μάγουλα και να φιλήσει τρυφερά.

    Ευχήθηκα να με κοιτάξει στα μάτια κι απλά να μου χαμογελάσει.

    Ευχήθηκα να με πιάσει από το χέρι και να φύγουμε μαζί.

    Ευχήθηκα να ήμουν αρκετή. Να ένιωθα αρκετή. Να του ήμουν αρκετή.

    Ευχήθηκα να μπορούσα να του γεμίσω το κενό της αμφιβολίας του με αγάπη. Τρυφερότητα. Αισιοδοξία και ελπίδα για μια ζωή που αφήσαμε μισή.

    Και η ώρα πέρασε. Και ούτε που κατάλαβα πως πέρασε. Τ’ αστέρια δεν πέφτουν πια. Έπαψαν. Ηρέμησαν. Οι ευχές μου πλέον ταξιδεύουν με ταχύτητα φωτός. Αφήνουν πίσω αστερόσκονη και στοχεύουν την καρδιά του. Θα έρθει να με βρει; Μακάρι να έρθει να με βρει. Όπως είμαι. Εδώ. Να με πάρει και να φύγουμε. Έτσι. Όπως ένα αστέρι πέφτει. Πριν για πάντα χαθεί. Με τις ελπίδες χιλιάδων ανθρώπων που ακόμα πιστεύουν στην αγάπη και τη συντροφικότητα. Σαν κι αυτή που είχα πριν λίγο μαζί του.


Βασίλης Χαντζής

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις