Το σκυλί.

 

    Το σκυλί. Όχι πάλι το σκυλί. Κι η ώρα δύο το πρωί. Δε θυμάμαι να γαύγιζε έτσι στο παρελθόν και τώρα δεν έχει σταματημό. Δεν έχω σκεφτεί ποτέ μου άσχημα για πλάσμα του θεού, αλλά αν το συγκεκριμένο το πάταγε αμάξι, την επόμενη στιγμή θα ήμουν ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος στη γη.

    Η απέναντι οικογένεια είχε πάρει αυτό το σκυλί πριν από έξι χρόνια και ποτέ δεν είχαμε ακούσει το παραμικρό. Τρεις μέρες τώρα όμως, κάθε βράδυ γύρω στις δύο το πρωί αρχίζει το γάβγισμα και σταματάει με το πρώτο φως του ήλιου.
 
    Το γάβγισμα είναι συνεχές και μονότονο καθώς δεν έχει διαλύματα και καταντά μια συνεχής ενόχληση μες της νύχτας τη σιγή. Έχω χτυπήσει επανειλημμένος το κουδούνι του γείτονα αλλά ποτέ δεν είναι εκεί ούτε αυτοί αλλά ούτε και το σκυλί. Αρχίζω να πιστεύω πως κάποιος βάζει ένα cd να παίζει τα βράδια με γαβγίσματα έτσι για σπάσιμο νεύρων.

    Έχω ρωτήσει ή έχω φέρει στη κουβέντα τα βραδινά γαβγίσματα αλλά κανείς δεν έχει ακούσει κάτι, ούτε καν η κυρία Αργυροπούλου που μένει ακριβώς δίπλα. Η γυναίκα μου αρχίζει να ανησυχεί για εμένα καθώς τα βράδια πετάγομαι από κάτι που τελικά ακούω μόνο εγώ.

    Το σπίτι ούτε φώτα έχει, ούτε αυτοκίνητο παρκαρισμένο. Έφυγαν και άφησαν το σκυλί τους εδώ οι αναίσθητοι; Τηλεφώνησα στον κύριο Λαδά, ιδιοκτήτη του σπιτιού αλλά δεν απάντησε σε καμιά μου κλήση.

    Τέταρτο βράδυ και το σκυλί πάλι γαβγίζει. Σηκώθηκα να δω από το παράθυρο και όπως κάθε φορά, ερημιά. Φόρεσα το μπουφάν μου και βγήκα στον κήπο, πλησίασα την αυλή του και το γάβγισμα γινόταν ακόμα πιο έντονο ερχόμενο από το εσωτερικό του σπιτιού.

    «Που είναι το σκασμένο τα πρωινά που βαράω κουδούνια και το βράδυ λυσσάει;»

    Το σπίτι, μου προκαλούσε ένα κύμα ρίγους σε όλο μου το σώμα, κόβοντας μου τα πόδια από το φόβο. Γύρισα την πλάτη μου κι επέστρεψα με γοργό βήμα πίσω στο σπίτι, έχοντας την αίσθηση πως κάποιος με ακολουθούσε. Έκλεισα την πόρτα πίσω μου και κοίταξα από το τζάμι. Το γάβγισμα είχε σταματήσει απότομα λες και μία ανώτερη δύναμη με απάλλαξε από το βασανιστήριο αυτό. Καθώς κοιτούσα από το τζάμι η ηρεμία που επικρατούσε με χαλάρωσε σε σημείο να θέλω να κοιμηθώ στον καναπέ για πέντε συνεχόμενες μέρες. Έκανα να κλείσω την κουρτίνα και ένα κοφτό και απότομο γάβγισμα ακούστηκε απ’ έξω κάνοντας το χέρι μου να μεριάσει την κουρτίνα για να μπορέσω να δω το σκυλί του γείτονα να διασχίζει το δρόμο και να χάνετε στο σκοτάδι.

    Δύο μέρες μετά και χωρίς το ενοχλητικό γάβγισμα οι γείτονες επέστρεψαν και έσπευσα να του ενημερώσω ότι το σκυλί τους κάθε βράδυ γάβγιζε και πως πριν δύο μέρες έφυγε.

    Δεν είχα ξαναδεί άνθρωπο να με κοιτά με τέτοιο βλέμμα, που απόρησα. Η οικογένεια Λαδά είχε πάει στο εξοχικό τους σπίτι πριν έξι μέρες για να θάψουν το σκυλί τους το οποίο είχε πεθάνει τι στιγμή που ένα διερχόμενο όχημα στις δύο το πρωί το παρέσυρε στη μέση του δρόμου και το τραυμάτισε σοβαρά.

    Τις πρώτες πρωινές ώρες της ίδια μέρας ο σκύλος τους, είχε πεθάνει.

    Και όμως, για τέσσερις μέρες ήταν εκεί.

Βασίλης Χαντζής

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις